- υποστοναχιζω
- ὑποστοναχίζωὑποστονᾰχίζω
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
υποστοναχίζω — Α (επικ. τ.) βλ. ὑποστεναχίζω … Dictionary of Greek
υποστεναχίζω — και επικ. τ. ὑποστοναχίζω Α στενάζω καθώς βρίσκομαι κάτω από κάτι («γαῑα δ ὑπεστενάχιζε Διὶ ὡς τερψικεραύνῳ χωομένῳ», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + στεναχίζω / στοναχίζω «στενάζω»] … Dictionary of Greek